Μία δυναμική παρουσίαση της ιστορίας του Κάμπου

ΙΣΤΟΡΙΑ

Σήμερα

Η ιδιότυπη αρχιτεκτονική ταυτότητα του τόπου, με δάνεια από τη γενοβέζικη και την οθωμανική αρχιτεκτονική παράδοση, η οποία διατηρείται μέχρι σήμερα. Περίπου 200 κτήματα περιβαλλόμενα από ψηλούς μαντρότοιχους, στα οποία αντιστοιχούν ισάριθμα αρχοντικά υψηλής αρχιτεκτονικής ποιότητας και επίσης ισάριθμα βοηθητικά κτίσματα, περίτεχνες βοτσαλωτές αυλές, δεξαμενές, μαγγανοπήγαδα και περιβόλια εσπεριδοειδών, συνιστούν τον Κάμπο της Χίου σήμερα. Έχουν επισκευαστεί αρκετά αρχοντικά είτε με την ίδια χρήση (κατοικία) ή με μετατροπή τους σε ξενώνες. Διατηρείται σε μεγάλο βαθμό η χρήση κατοικίας στον Κάμπο ενώ αρκετά κτίσματα (10) έχουν μετατραπεί σε ξενώνες, και καλλιεργούνται σχεδόν όλα τα περιβόλια.


Η ανάδειξη και προβολή του πολιτιστικού αποθέματος του Κάμπου Χίου με ψηφιακά μέσα θα επιτρέψει τη διάχυσή του σε μεγάλες μερίδες κοινού και θα αυξήσει το τουριστικό προϊόν.

1960 Καμπή Στη Σύγχρονη Ιστορία​

Μετά το 1960 αρχίζει η πτώση του εμπορίου των εσπεριδοειδών και η ραγδαία διείσδυση στον Κάμπο άλλων ποικίλων δραστηριοτήτων και χρήσεων γης. Την ολοσχερή απορρόφηση του Κάμπου από την πόλη αναχαίτισε το ρυθμιστικό πλαίσιο από τα Υπουργεία Πολιτισμού και Χωροταξίας και Περιβάλλοντος που έθεσε τον Κάμπο υπό προστασία και έδωσε νέα ώθηση στην αγορά και ανακαίνιση σημαντικών αρχοντικών και συνολικά του δομημένου περιβάλλοντος του Κάμπου.

1927 Προσφυγικός Συνοικισμός​

Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή δημιουργείται νοτίως του Παρθένη ο προσφυγικός συνοικισμός του Βαρβασίου, ο οποίος αποτελεί την πρώτη επέκταση της πόλης προς τον Κάμπο. Μεταπολεμικά η ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών, κυρίως το Αεροδρόμιο και το Εργοστάσιο της ΔΕΗ, στερούν από τον Κάμπο, περιβόλια, επαύλεις και, κυρίως την επαφή με την θάλασσα.

1912 Απελευθέρωση​

Η Χίος απελευθερώθηκε από την οθωμανική δυναστεία τον χειμώνα του 1912, κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Για στρατιωτικούς λόγους ως σημείο απόβασης για τον Ελληνικό Στρατό επιλέχθηκε η παραλία Κοντάρι στην Λευκωνιά και η περιοχή ως τον λόφο του Αγίου Κωνσταντίνου είναι η πρώτη ελεύθερη περιοχή του νησιού. Ο Κάμπος συνέχισε και τον 20 αιώνα να προσφέρει πλούτο με το εμπόριο των εσπεριδοειδών, παρότι οι πολιτικές συγκυρίες και οι οικονομικές εξελίξεις επέδρασαν συχνά αρνητικά στην πορεία του Κάμπου.

1881 Σεισμός​

Στις 22 Μαρτίου/3 Απριλίου 1881 η Χίος καταστρέφεται από τον πιο φονικό σεισμό στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Το επίκεντρο του σεισμού εντοπίζεται στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στην Χίο και στην χερσόνησο της Ερυθραίας. Στην πόλη της Χίου στον Κάμπο και στα ανατολικά Μαστιχοχώρια γκρεμίζεται το μεγαλύτερο μέρος των κτισμάτων, ιδιωτικές οικίες δημόσια κτίρια και ναοί. Ο αριθμός των νεκρών στην Χίο και στην Μικρά Ασία ξεπέρασε τις 4000 και των τραυματιών τις 7000. Οι περισσότεροι ήταν από την Χίο. Στον Κάμπο ελάχιστα κτήρια έμειναν αλώβητα. Τα περισσότερα κτήρια καταστράφηκαν τουλάχιστον πάνω από το ισόγειο. Ακόμα διηγούνται για οικογένειες που χάθηκαν ολόκληρες κάτω από τα ερείπια.

Μετά τον Σεισμό ακολούθησε περίοδος ανοικοδόμησης ιδιωτικών κτηρίων και ναών, όπως φαίνεται από πολλές αναθηματικές πλάκες. Αρκετά κτήματα άλλαξαν χέρια, ώστε οι νέοι ιδιοκτήτες να αναλάβουν τα έξοδα της ανοικοδόμησης. Ενδεχομένως, ο Σεισμός εκκαθάρισε πολλά από τα ερείπια της προηγούμενης καταστροφής του 1822.

Τα κτήρια μετά τον Σεισμό εγκατέλειψαν την καθ’ύψος ανάπτυξη και σχεδόν εξαφανίστηκαν ο τέταρτος και ο τρίτος όροφος. Επίσης φαίνεται ότι εξαλείφθηκε ο τύπος της Τραβάκας, της τετράγωνης στην κάτοψη οξυκόρυφης τετράριχτης στέγης. Τα νέα κτήρια απόκτησαν πιο επιμελημένη μορφή, καλύτερα λαξευμένους δόμους και νεωτερικά νεοκλασσικά στοιχεία.

1870 - Το Κτηματολόγιο Του Κάμπου​

Η πιο πλούσια πηγή για την κατάστασή του Κάμπου πριν από τον σεισμό του 1881 είναι το οθωμανικό κτηματολόγιο του 1870, το οποίο βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη Κοραής. Πρόκειται για την επίσημη μετάφραση της Δημογεροντίας από τα οθωμανικά. Η κτηματογράφηση, η οποία διενεργείται παράλληλα με την απογραφή του πληθυσμού, περιλαμβάνει όλα τα κτήματα, τα οικήματα και κάθε είδους κτίσμα, ακόμη και τα ερείπια, είτε είναι δημόσια είτε ιδιωτικά. Η συντριπτική πλειονότητα των ιδιοκτητών περιβολιών και επαύλεων είναι χριστιανοί.

Οι βασικές οδοί και οι περιοχές του Κάμπου, από τον Παρθένη μέχρι τα Θυμιανά, παραμένουν οι ίδιες με σήμερα περίπου με επίκεντρο τους ναούς, οι οποίοι τους δίνουν και το όνομα. Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες διαθέτουν 2-3 κτήματα τα οποία καλύπτονται σχεδόν στο μισό από χωράφια και στο 1/3 από περιβόλια, εννοώντας εσπεριδοειδή. Στα κτήματα περιλαμβάνονται επίσης ελιές, αμπέλια και αμυγδαλιές σε περιορισμένη έκταση. Φαίνεται ότι σε κάθε περιβόλι αντιστοιχεί μια οικία.

Οι οικίες αποτελούνται κατά κανόνα από 2-4 τμήματα και αναπτύσσονται σε 2 και σπάνια σε 3 ορόφους. Στην κτηματογράφηση αναφέρονται και οι ναοί με τα προσκτίσματα και τα οικόπεδα ή τα χωράφια που τους ανήκουν.

Αρκετά κτήματα είναι προφανές ότι αποτελούν προϊόν ενοποίησης δύο ή περισσότερων παλαιότερων ιδιοκτησιών, όπως το περίφημο «μούλκι» (εννοεί πλήρη ιδιοκτησία) του Εμμανουήλ Ροΐδη, το οποίο καταγράφεται ως δυο περιουσιακά στοιχεία της μητέρας του Κορνηλίας Ροδοκανάκη. 

Σφαγές 1822 & 1828​

Οι τρομερές Σφαγές του 1822 και η λεηλασία των πλούσιων επαύλεων, η διαρπαγή ανθρώπων και υλικών και η πυρπόληση των περιβολιών ερημώνει για αρκετά χρόνια τον τόπο. Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο η οικονομία του Κάμπου απογειώνεται και παρά τον Σεισμό μέχρι την απελευθέρωση του νησιού γνωρίζει ευημερία και πλούτο που ενισχύεται από την παρουσία νέων οικοδεσποτών από την ελεύθερη Ελλάδα, την Ευρώπη και, κυρίως την Αίγυπτο.

1566 - Οθωμανική Κατάκτηση​

Η παράδοση του νησιού στους Οθωμανούς το 1566 φέρνει το τέλος της γενοβέζικης κυριαρχίας αλλά επιφυλάσσει ένα ιδιαίτερο καθεστώς προνομίων που επιτρέπει στους παλιούς άρχοντες να διατηρήσουν τις παλιές τους ιδιοκτησίες και να γίνονται σεβαστά τα σχετικά συμβόλαια από τις οθωμανικές αρχές. Από αυτή την πραγματικότητα προέρχεται και ο όρος μούλκι (από το τουρκικό mülk) που σημαίνει την ατομική ιδιοκτησία στο διηνεκές. Η κατάσταση χειροτερεύει κατά πολύ για τους καθολικούς μετά την σύντομη Βενετσιάνικη κατάληψη του νησιού το 1694-95, όταν εκατοντάδες οικογένειες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το νησί. Πολλά υποστατικά (κτήματα) αλλάζουν χέρια και πολλοί ναοί αλλάζουν δόγμα κατά τον 18ο αιώνα, όταν η καθολική εκκλησία πέφτει σε δυσμένεια. Ο 18ος αιώνας κάνει τον Κάμπο πιο ορθόδοξο και ελληνικό. Η ευρύτερη περιοχή ευεργετείται από την άνοδο της παραγωγής και της εμπορίας των μεταξωτών της Χίου και μια νέα κατηγορία ιδιοκτητών, πλούσιων εμπόρων με σχέσεις με την Σμύρνη, την Πόλη, τις παρευξείνιες και τις μεσογειακές μητροπόλεις, εγκαθίσταται στον Κάμπο.

1346 - Γενοβέζικη Κατάκτηση​

Η παρουσία των Γενοβέζων ξεκινά με τα προνόμια εκμετάλλευσης και εμπορίας στην περιοχή της Χίου και της Φώκαιας, τον 13ο αιώνα. Μετά από διαμάχη δεκαετιών, η Χίος καταλήγει το 1346 στα χέρια των Γενοβέζων, οι οποίοι την εκμεταλλεύονται μέσω της εταιρείας Mahona του albergo των Giustiniani, από όπου προέρχονται οι δυο βασικές ονομασίες για τους κύριους του νησιού για δυο περίπου αιώνες. Οι Μαονέζοι καθόρισαν την φυσιογνωμία του Κάμπου για πολύ μεγαλύτερο διάστημα, ως σήμερα.

Στους Γενοβέζους πιστώνεται η δημιουργία των περιβολιών με τις καλλιέργειες των εσπεριδοειδών και την δομή των κτισμάτων, με τον πύργο, την στέρνα και τον αυλόγυρο με την μνημειακή πύλη. Ακολουθώντας τα πρότυπα των ιταλικών πόλεων η ιδιοκτησία του Κάμπου αποτέλεσε το σύμβολο και την βάση για την συμμετοχή στην γενοβέζικη «ευγένεια», ουσιαστικά για την συμμετοχή στα πολιτικά σώματα που διοικούσαν το νησί. Την κοινωνική τους θέση την επισήμαιναν με την χρήση θυρεών, ειδικών σημάτων, στα υπέρθυρα κυρίως των θυρών και των πυλών των περιβολιών.

Οι σημαντικές βυζαντινές οικογένειες που απόμειναν στο νησί δεν στερήθηκαν κατά πολύ τα προνόμια και την γη τους αλλά ενσωματώθηκαν σταδιακά στην νέα πραγματικότητα αποτελώντας μια ενδιάμεση αρχοντική τάξη και σταδιακά κέρδισαν αναγνώριση από την Γένοβα ως που το 1528 κάποιοι απέκτησαν το δικαίωμα του πολίτη της Γένοβας, της εγγραφής τους στο Libro d’Oro της Δημοκρατία και της χρήσης οικοσήμου.

Με τον καιρό δημιουργήθηκαν παρά τη διαφορά του δόγματος κοινές γενουατοχιακές οικογένειες και αναπτύχθηκε ένας ιδιαίτερος υβριδικός πολιτισμός, του οποίου την ανθεκτικότερη επιβίωση αποτελεί ο Κάμπος.

Βυζαντινό Παρελθόν​

Ο Κάμπος αποτελεί κομμάτι του έφορου πεδίου που περικλείεται από ορεινούς και ημιορεινούς όγκους και περιβάλλει την πόλη. Αδιαμφισβήτητα πριν από την έλευση των Γενοβέζων υπήρχαν στην περιοχή ισχυροί χωροδεσπότες που κατείχαν μεγάλες εκτάσεις γης και νέμονταν τον πλούτο του Κάμπου. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς την διαρρύθμιση του Κάμπου εκείνης της εποχής, είναι όμως βέβαιο ότι υπήρχαν σημαντικές καλλιέργειες, ιδιαίτερα ελιές, αμπέλια, μουριές που απέδιδαν σημαντικό επίσης εισόδημα στους κατόχους τους.
Λόγω της φυσικής του διαμόρφωσης ο Κάμπος είναι έκθετος στις επιθέσεις από την θάλασσα και πιθανόν οι παλαιότερες σημαντικές οικήσεις βρίσκονται στα υψηλότερα σημεία και είχαν οχυρή μορφή. Το νησί συνολικά υπέφερε από την πειρατεία, ιδιαίτερα των τουρκικών φυλών της Ανατολίας, και καταστράφηκε κατά τον 11ο αιώνα. Σημαντικά στην αναμόρφωση του συνέβαλε η δημιουργία της Νέας Μονής στο κέντρο του νησιού, με κτήσεις ως τον Κάμπο. Από το 1204 ως το 1259 αποδόθηκε στην Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης και επανήλθε στην Βυζαντινή κυριαρχία, αρχικά στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας, και από τις σχετικές συνθήκες αντλούμε τις πρώτες πληροφορίες για τον Κάμπο.

Στις πολιτικές περιπέτειες του νησιού από τον 11ο στον 14ο αιώνα αναδεικνύονται οι σημαντικές βυζαντινές οικογένειες και οι άρχοντες που παρέμειναν στην Χίο και διατήρησαν την αίγλη τους, πολλές φορές μέχρι την Σφαγή του 1822.