ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
Εσπεριδοειδή
Στα περιβόλια του Κάμπου τα εσπεριδοειδή εδώ και πολλούς αιώνες είναι το πιο σημαντικό γεωργικό προϊόν. Ένα μεγάλο μυροβόλο δάσος σε μήκος 5 χλμ. και μέσο πλάτος 2 χλμ., με ένα πολύπλοκο δίκτυο στενών δρόμων, χωρισμένο σε περιβόλια περιφραγμένα με υψηλούς μαντρότοιχους.
Τη διαμόρφωση του Κάμπου με τα περιβόλια του πρέπει να χρονολογήσουμε από την εποχή της Γενουατοκρατίας.
Οι πορτοκαλιές και οι μανταρινιές είναι οι περισσότερες σε αριθμό και ακολουθούν οι λεμονιές και οι νεραντζιές. Πιο σπάνια καλλιεργούνται το περγαμόντο, το γκρέιπφρουτ και το κίτρο. Το εύφορο πεδινό έδαφος, το πλούσιο υδροφόρο στρώμα σε συνδυασμό με το μικροκλίμα συνέβαλλαν στο να αναπτυχθούν ποικιλίες μοναδικές, όπως το χιώτικο μανταρίνι και το χιώτικο πορτοκάλι.
Οι καλλιεργητές εφάρμοζαν πάντα την τακτική της πυκνής φύτευσης, ώστε να μην μπορείς να δεις τίποτα από την επιφάνεια του εδάφους, παρά μόνο τους κορμούς τους και το φύλλωμά τους. Από κάθε, όμως, μικρό ύψωμα του εδάφους, βλέπει κανείς πάνω από τις κορφές των δέντρων τη θέα των βουνών από το ένα μέρος και της θάλασσας με τις όμορφες ακτές της Μικράς Ασίας απέναντι.
Σε κάθε στρέμμα καλλιεργούνται 80-100 δέντρα. Στο κέντρο βρίσκονται οι λεμονιές, ως το πιο ευπαθές στο ψύχος, και περιμετρικά συναντάμε τα υπόλοιπα εσπεριδοειδή. Εκτός από τα ψηλά τοιχογύρια, ως ανεμοφράχτες, χρησιμεύουν και δέντρα όπως οι ελιές.
Ελαιοκαλλιέργεια
Η ελαιοκαλλιέργεια αποτελεί μια από τις μακροβιότερες καλλιέργειες στον Κάμπο. Παρά την περιορισμένη παρουσία της η ελιά παίζει σημαντικό ρόλο στην ισορροπία του περιβολιού και λειτουργεί σε κάποιες περιπτώσεις προστατευτικά για τα εσπεριδοειδή, εναλλακτικά με άλλα δένδρα, όπως οι ροδιές και τα κυπαρίσσια. Λόγω της θέσης που έχει το λάδι στην παραδοσιακή διατροφή η ελαιοκαλλιέργεια αποτελούσε προϋπόθεση για τα περισσότερα περιβόλια. Σύμφωνα με την μαρτυρία του ιδιοκτήτη του τελευταίου ιστορικού ελαιοτριβείου του Κάμπου, Ευάγγελου Γιαννίρη, υπήρχαν περισσότερα ελαιοτριβεία διαμοιρασμένα σε κάθε περιοχή, τα οποία εξυπηρετούσαν τοπικές ανάγκες κυρίως.
Δέντρα
Ο Κάμπος, πριν φτάσουν οι Γενοβέζοι, είχε μια αξιόλογη παραγωγή δημητριακών, λαχανικών, ροδιών, μούρων και κρασιού.
Οι περισσότερες αναφορές των περιηγητών αφορούν στις μεγάλες εκτάσεις που καλύπτονται από εσπεριδοειδή. Εκτός από τα εσπεριδοειδή μπορεί να συναντήσει κανείς στον Κάμπο ροδιές, κυπαρίσσια, κουκουναριές, πεύκα, ακόμα και φοίνικες.
Αναφέρεται επίσης επίδοση των Καμπούσων στην εκτροφή μεταξοσκωλήκων, αφού οι μουριές ήταν άφθονες και υπήρχε ευχέρεια τροφής για τα σκουλήκια. Η παραγωγή μεταξιού απέδιδε ένα σοβαρό εισόδημα και για αρκετούς αιώνες υπήρξε πηγή πλούτου για τη Χίο. Τα χιώτικα μεταξωτά ήταν περιζήτητα, γιατί οι Χιώτες είχαν ειδικευθεί στην επεξεργασία του μεταξιού και η υφαντική τους ήταν αξιόλογη.
Ο Άγγλος περιηγητής Richard Pocoke (1739) μεταξύ άλλων αναφέρει:
«…Μέσα εις την πεδιάδα υπάρχουν αρκετοί κήποι μορεών διά μεταξοσκώληκας˙ οι ωραιότεροι τούτων έχουν δρομίσκους εις το μέσον και εκατέρωθεν της οικίας, ούτοι δε έχουσιν εκατέρωθεν στύλους τετραγώνους και καθίσματα εν τω μεταξύ εκ λαξευτού λίθου…»
Σήμερα παρατηρούνται στον Κάμπο υπάρχουν πολλά δέντρα (κουκουναριές, κυπαρίσσια, αρωκάριες, φοίνικες κ.ά.) που από την ανάπτυξή τους συμπεραίνουμε ότι χρονολογούνται από τις αρχές του 20ου αιώνα.
Αμπέλια
Τα αμπέλια αποτελούσαν μια από τις κύριες καλλιέργειες πριν από την επέκταση των εσπεριδοειδών. Με το πέρασμα των χρόνων η παραγωγή υποβαθμίστηκε και περιορίστηκε στην αυτοκατανάλωση ή στην τοπική εμπορία μικρής κλίμακας. Ένα σημαντικό μέρος της παραγωγής γίνονταν κρασί ή απόσταγμα. Μια σειρά περιηγητών που επισκέφθηκαν τη Χίο, αναφέρουν την άμπελο ως φυτικό στοιχείο της αυλής των κτημάτων. Ο Richard Pocoke (1739) – Άγγλος περιηγητής – γράφει ότι επάνω στους στύλους στηρίζονται κληματαριές σε πέργκολες και εκατέρωθεν αυτών εκτείνονται τα περιβόλια.
Σύμφωνα με τον Julien Galland (1747) μέσα στο κτήμα υπάρχει στέρνα, που στις γωνίες της έχει τέσσερις στύλους από κόκκινες και λευκές πέτρες, οι οποίες στηρίζουν πέργκολα με άμπελο.
Ο Γάλλος Francois Perilla που ήρθε στην Χίο το 1928 αναφέρει ότι τα κτήματα διαθέτουν αμπέλους.
Ο John Covel, που έμεινε στη Χίο 10 μέρες, το 1677 αναφέρεται στις εξοχικές επαύλεις.
«Βορείως της πόλεως υπάρχει πλήθος αμπέλων, αίτινες ανήκουσιν εις την κοινότητα˙ ενταύθα (όπως εις τον Γαλατάν) ο μη έχων άμπελον και πύργον εντός αυτής δε θεωρείται ευπατρίδης…»
Σύμφωνα με τον Julien Galland (1747) μέσα στο κτήμα υπάρχει στέρνα, που στις γωνίες της έχει τέσσερις στύλους από κόκκινες και λευκές πέτρες, οι οποίες στηρίζουν πέργκολα με άμπελο.
Ο Γάλλος Francois Perilla που ήρθε στην Χίο το 1928 αναφέρει ότι τα κτήματα διαθέτουν αμπέλους.
Ο John Covel, που έμεινε στη Χίο 10 μέρες, το 1677 αναφέρεται στις εξοχικές επαύλεις.
«Βορείως της πόλεως υπάρχει πλήθος αμπέλων, αίτινες ανήκουσιν εις την κοινότητα˙ ενταύθα (όπως εις τον Γαλατάν) ο μη έχων άμπελον και πύργον εντός αυτής δε θεωρείται ευπατρίδης…»
Χωράφια
Το χωράφι αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος του περιβολιού. Στην λογική της αυτάρκειας το χωράφι υποστήριζε μαζί με τις ήσσονες δενδρώδεις καλλιέργειες την τροφοδοσία του νοικοκυριού με βασικά είδη για τους ανθρώπους και για τα ζώα. Στην οθωμανική απογραφή των κτημάτων του Κάμπου το 1870 τα χωράφια αποτελούν το ένα τρίτο των κτημάτων και καταλαμβάνουν το μισό περίπου της έκτασης της καλλιεργήσιμης γης.
Κύριες καλλιέργειες ήταν τα όσπρια, τα λαχανικά, λίγα σιτηρά και στα τελευταία χρόνια πατάτες. Την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας τα χωράφια κυριαρχούσαν στις μουσουλμανικές ιδιοκτησίες, όπου συναντάμε σπανιότερα καλλιέργειες εσπεριδοειδών και αξιόλογες επαύλεις.
Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας
ΑΠΟΣΤΑΚΤΗΡΙΟ
Πρώτα πρώτα οτιδήποτε επρόκειτο να αποσταχθεί (π.χ. άνθη πορτοκαλιάς μαζί με τον καρπό που μόλις σχηματίστηκε) τοποθετούνταν σε ένα χάλκινο καζάνι. Πρόσθεταν νερό με τα άνθη πορτοκαλιάς σε αναλογία 6 προς 3. Ο χάλκινος αποστακτήρας (καπάκι ή ρεμπίκος) τοποθετείται επάνω στο καζάνι. Όλο το σύνολο κλείνεται από ένα μείγμα πηλού και στάχτης κάρβουνου. Ανάβουν μια πολύ δυνατή φωτιά με ξύλα και όταν ο αποστακτήρας είναι πάρα πολύ ζεστός και δεν μπορούν να τον αγγίζουν, σβήνουν τη φωτιά. Ο ατμός περνά από τον αποστακτήρα στον χάλκινο καλόγερο με το γράμμα Ε. Αυτός βρίσκεται σε ένα φρεάτιο από τούβλα (ταγάρι), γεμάτο με κρύο νερό, πέντε πόντους κάτω από το καπάκι. Όλοι οι σωλήνες είναι χάλκινοι. Κάτω από τον ένα σωλήνα που βρίσκεται στη βάση του μηχανισμού του αποστακτήρα (λουλάς) υπάρχει ένα δοχείο από κασσίτερο στο οποίο είναι στερεωμένο το λαδικό. Το ζεστό νερό από τον καλόγερο διοχετεύεται στο σημείο Μ από το επάνω άκρο του φρεατίου και μεταγγίζεται από ένα άλλο ντεπόζιτο. Το λαδικό ή χωνί είναι ξεχωριστό από την υπόλοιπη συσκευή. Το εξωτερικό στόμιο είναι μεγαλύτερο από το εσωτερικό και είναι στερεωμένο στο καπάκι του δοχείου (συνήθως ενός ντενεκέ). Τέτοια συσκευή αποστακτήρα υπάρχει στο Αργέντικο και είναι ο χαρακτηριστικός τύπος που χρησιμοποιείται.
Smith A.και Βλυσίδου Ε.Μ., Κάμπος-Κάστρο,Επιλογή κειμένων σε μετάφραση Ε.Μ. Βλυσίδου από το βιβλίο Smith A., «The architecture of Chios, 1962», Γυμνάσιο Κάμπου, Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο Χίου 1995.
ΠΑΤΗΤΗΡΙ
Παλιότερα στον Κάμπο πατούσαν τα σταφύλια στο μέσο μιας ορθογώνιας πέτρινης δεξαμενής (πάτος), η κάτω επιφάνεια της οποίας είχε κλίση προς μία τρύπα, από την οποία ο χυμός έρρεε σε ένα δοχείο βυθισμένο κάτω, μέσα στο έδαφος. Ο πρώτος χυμός που αποστραγγιζόταν από το καθαρό βάρος των σταφυλιών, ονομαζόταν πρόωρος και τον χρησιμοποιούσαν για να κάνουν ένα γλυκό, τη μουσταλευριά. Μούστος είναι ο χυμός των σταφυλιών πριν τον βράσουν. Στο μέσο του πάτου τοποθετούν την καλαμωτή, στην οποία βάζουν τα σταφύλια και τα τσαλαπατούν. Ο άνδρας που τα τσαλαπατεί, κρατά τον ρυθμό της κίνησης των ποδιών του, με το να είναι πιασμένος από ένα σχοινί δεμένο σε μία δοκό. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται δύο φορές. Η καλαμοτή είναι κατασκευασμένη από μικρά ίσια κλαδιά, ισομήκη, δεμένα μαζί με σχοινί, ώστε να σχηματίζουν ένα κούφιο κύλινδρο. Ο χυμός τοποθετείται σε μεγάλους πήλινους πίθους για 40 μέρες μέχρι να «βράσει» (μέχρι να σαραντήσει).